- εκδότης
- Οποιοσδήποτε αναλαμβάνει να κάνει γνωστό ένα ανέκδοτο έργο ή να παρουσιάσει –αναθεωρημένο ή επιμελημένο ξανά– ένα κείμενο ήδη γνωστό.
Η σύγχρονη σημασία της έκδοσης, ως συνόλου αντιτύπων του ίδιου έργου, συνδέεται με την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ωστόσο, ορισμένοι ηγεμόνες, μαικήνες ή απλοί ιδιώτες, οι οποίοι έζησαν κατά την αρχαιότητα, μπορούν δίκαια να θεωρηθούν ε., εφόσον έθεταν σκοπό τους –χάρη στην πολλαπλή παραγωγή αντιγράφων– τη διάδοση παλαιότερων ή σύγχρονων έργων, τα οποία διαφορετικά θα είχαν μείνει ανέκδοτα ή θα ήταν γνωστά μόνο σε λίγους. Έτσι ε. μπορούν να θεωρηθούν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, ο οποίος φρόντισε για τη μετάφραση στα ελληνικά του έργου Νόμος των Εβραίων, οι Πτολεμαίοι, που μερίμνησαν για την αντιγραφή των αρχαίων κειμένων για τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, ο Μάρκος Κλαύδιος Τάκιτος, ο οποίος έκανε γνωστά τα έργα του μεγάλου ιστορικού Τάκιτου, με τη μέθοδο της αντιγραφής. Κατά την αρχαιότητα, γραφείς και αντιγραφείς περιορίζονταν στην αντιγραφή ενός ορισμένου έργου σε έναν ορισμένο αριθμό αντιτύπων· κατά τον Μεσαίωνα η υπομονετική αυτή εργασία της αντιγραφής γινόταν σχεδόν αποκλειστικά στα αβαεία και στα μοναστήρια, έως ότου από τον 12o αι. οι μοναχοί αντικαταστάθηκαν από τους ορκωτούς βιβλιοπώλες των πανεπιστημίων. Στην περίπτωση αυτή ε. ήταν ο ίδιος ο βιβλιοπώλης, ο οποίος φρόντιζε και για την πώληση των αντιγράφων που είχε ετοιμάσει.
Με την εφεύρεση της τυπογραφίας με κινητά στοιχεία, χάρη στην οποία έγινε δυνατή η εκτύπωση ενός οπωσδήποτε μεγαλύτερου αριθμού πανομοιότυπων αντιτύπων, στη θέση του βιβλιοπώλη-ε. εμφανίστηκε ο τυπογράφος-ε. Η τυπογραφία, που γεννήθηκε στη Γερμανία, αναπτύχθηκε αργότερα στην Ιταλία, όπου κατά το δεύτερο μισό του 15ου αι. έφτασαν πολυάριθμοι Γερμανοί τυπογράφοι, τους οποίους προσέλκυσε το επίπεδο πολιτισμού των ιταλικών πόλεων και η δυνατότητα να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Από το τέλος του 15ου αι. και μετά, αυτοί οι τυπογράφοι-βιβλιοπώλες-ε. ήταν κυρίως Ιταλοί. Κατά την ίδια αυτή περίοδο –επειδή η επιτυχία των τυπογράφων εξαρτιόταν κυρίως από τη δυνατότητα πώλησης των προϊόντων τους σε όσο το δυνατόν περισσότερους τόπους– παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το φαινόμενο των μετακινούμενων τυπογράφων και τα πρώτα βιβλιοπωλεία, τα οποία αναλάμβαναν να πουλήσουν τυπωμένα έργα σε διάφορα εργαστήρια βιβλίων. Με τον τρόπο αυτό, ενώ ο τυπογράφος –ελεύθερος από τη φροντίδα της πώλησης των προϊόντων του– αφοσιωνόταν στην τεχνική πρόοδο του επαγγέλματός του, διαμορφωνόταν σιγά-σιγά και το επάγγελμα του ε., δηλαδή του ανθρώπου που αναλάμβανε την ευθύνη της εκτύπωσης του βιβλίου και δημιουργούσε τις συνθήκες εμπορίας του, αποβλέποντας στην πραγματοποίηση ενός κέρδους από το εμπόριο αυτό και συνεπώς προσανατολιζόμενος προς έργα μεγαλύτερης κυκλοφορίας και ευκολότερης πώλησης. Στην Ιταλία ο Νικολά Ζανσόν μπορεί να θεωρηθεί ως ο πρώτος καθαυτό ε., ενώ στη Γερμανία –στην Κολονία και στο Στρασβούργο– οι Γιόχαν Μέντελιν και Άντολφ Ρους, τυπώνοντας οι ίδιοι ή αναθέτοντας σε άλλα εργαστήρια την εκτύπωση βιβλίων που τα πουλούσαν αργότερα για δικό τους λογαριασμό, δημιούργησαν τις πρώτες εκδοτικές επιχειρήσεις. Ο Αντόν Κόμπεργκερ από τη Νυρεμβέργη κατόρθωσε να ιδρύσει υποκαταστήματα στη Φρανκφούρτη, στο Παρίσι και στη Λιόν, ενώ δεν δίστασε να καταφύγει σε ιδιωτικά κεφάλαια. Το φαινόμενο έλαβε μεγαλύτερη έκταση κατά τον 16ο αι.· υπό την επίδραση του ουμανισμού και της Αναγέννησης αναπτύχθηκε περισσότερο η εκτύπωση αρχαίων κειμένων, ενώ η Μεταρρύθμιση και η Αντιμεταρρύθμιση αξιοποίησαν το βιβλίο ως μέσο διάδοσης των ιδεών. Έτσι, κατά τη διάρκεια του αιώνα αυτού, οι διάφοροι τυπογράφοι-ε. κατασκεύασαν νέα τυπογραφικά στοιχεία, βελτίωσαν τις εκδόσεις τους, δοκίμασαν νέες μορφές διακόσμησης και δημιούργησαν τους πρώτους επιτυχημένους οργανισμούς της βιομηχανίας και του εμπορίου του βιβλίου. Ο αντιπροσωπευτικότερος από τους τυπογράφους του νέου αυτού τύπου υπήρξε ο Άλδος Μανούτιος, που είχε δημοσιεύσει και καταλόγους των εκδόσεών του. Για δύο αιώνες (τέλη 15ου – τέλη 17ου) ο Άλδος και οι διάδοχοί του τύπωναν, σχεδόν αποκλειστικά, τα ελληνικά βιβλία στη Βενετία. Μαζί με τους Μανούτιους, τους Γιούντα και τους πολυάριθμους άλλους Ιταλούς τυπογράφους του αιώνα αυτού αξίζει ιδιαίτερα να μνημονεύσουμε τον Γκαμπριέλ Τζιολίτο ντέι Φεράρι, τυπογράφο, ε. και βιβλιοπώλη, το εργαστήριο του οποίου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο πρώτος ιταλικός εκδοτικός οίκος. Στη Γερμανία, η επιτυχία του προτεσταντισμού και η ανάγκη της διάδοσής του έγιναν αιτία να πραγματοποιηθούν εκδόσεις με μεγάλους αριθμούς αντιτύπων. Η παραγωγή εντατικοποιήθηκε και έλαβε χαρακτήρα αποκλειστικά βιομηχανικό, ενώ τα μεγαλύτερα εκδοτικά κέντρα ήταν η Νυρεμβέργη, το Στρασβούργο και η Βυρτεμβέργη. Στη Γαλλία οι Ετιέν δημιούργησαν μια μεγάλη τυπογραφική και εκδοτική παράδοση που κυριάρχησε σε ολόκληρο τον αιώνα. Το 1476 ο Κρητικός Δημήτριος Δαμιλάς εξέδωσε στο Μιλάνο το πρώτο ελληνικό βιβλίο, τη Γραμματική του Κωνσταντίνου Λάσκαρη. Κατά τον ίδιο αιώνα ο Δημήτριος Χαλκοκονδύλης πραγματοποίησε την α’ έκδοση των ομηρικών επών (Φλωρεντία, 1488) και η εταιρεία Νικολάου Βλαστού και Ζαχαρία Καλλέργη εξέδωσε το καλαίσθητο Μέγα Ετυμολογικόν (Βενετία, 1499), έργο μοναδικό στην έως τότε βιβλιογραφία μας.
Κατά τον 17o αι., η μεγαλύτερη διάδοση των γραμμάτων και των τεχνών έδωσε αποφασιστική ώθηση στις εκδοτικές επιχειρήσεις, οι οποίες επεξέτειναν και οργάνωσαν τη δραστηριότητά τους, έτσι ώστε να μπορούν να εκδίδουν πάρα πολλά έργα σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό αντιτύπων. Η ποσοτική αυτή ανάπτυξη είχε συνέπεια μια γενική παρακμή της τυπογραφικής τέχνης και στον λόγο αυτό οφείλονται οι ποιοτικά κατώτερες στο σύνολό τους εκδόσεις. Μεταξύ των πολλών ε. της εποχής αυτής, την πρώτη θέση κατείχε ο οίκος των Ελζεβίρ στην Ολλανδία. Οι Ελζεβίρ διέθεταν πλήρη οργάνωση, χάρη στην οποία οι εκδόσεις τους μπορούσαν να πουληθούν σε οποιαδήποτε χώρα, ενώ υπήρξαν και περίφημοι τυπογράφοι, οι οποίοι δημιούργησαν εκδόσεις που φημίζονται ακόμα και σήμερα.
Κατά τον ίδιο αιώνα ο όρος ε. χρησιμοποιήθηκε επίσης στην περίπτωση των μορφωτικών οργανισμών και των επιστημονικών εταιρειών που ανέλαβαν τη δημοσίευση έργων συχνά μνημειακών, τα οποία έγινε δυνατόν να εκδοθούν μόνο χάρη στην ένωση πολύ μεγάλου αριθμού συνεργατών. Οι εκδόσεις αυτές συνδέθηκαν με το όνομα του οργανισμού ή της ακαδημίας που τις είχε προγραμματίσει ή με το όνομα του ε. που βρήκε τα οικονομικά μέσα για την εκτύπωση ή, τέλος, με το όνομα του επιστήμονα ο οποίος είχε τη διεύθυνση του όλου έργου.
Από τον 17o αι. στις ελληνικές εκδόσεις κυριάρχησαν οι Ηπειρώτες Γλυκύδες. Το τυπογραφείο που ίδρυσαν στη Βενετία (1670) εξελίχθηκε στον σημαντικότερο εκδοτικό οργανισμό της περιόδου της τουρκοκρατίας: στα 160 χρόνια της λειτουργίας του εξέδωσε 550 βιβλία. Στην ίδια περίοδο και λίγο αργότερα εξέδωσαν βιβλία, επίσης στη Βενετία, τα τυπογραφεία του Σάρου (1681-1778) και των Θεοδοσίου (1755-1824).
Μεγάλη υπήρξε η άνθηση της εκδοτικής τέχνης τον 18o αι. σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές πόλεις –στην Ιταλία, στη Γερμανία, στη Μεγάλη Βρετανία, στη Γαλλία και στην Ελβετία– άνθησαν οι επιστημονικές και φιλολογικές σπουδές και διαδόθηκαν οι εταιρείες και οι ακαδημίες κάθε τύπου. Έτσι γεννήθηκαν τα μεγάλα έργα ποικίλης ύλης, για τα οποία υπάρχει η συνήθεια να θεωρούνται εκδόσεις ενός οργανισμού ή ενός επιστήμονα (όπως τα έργα που φέρουν το όνομα του Μουρατόρι) ή οι επιβλητικές συλλογές κλασικών, οι οποίες έχουν το όνομα του τυπογράφου-ε. που τις είχε τυπώσει, όπως οι συλλογές με το όνομα του Ντιντό (Διδότος). Εν τω μεταξύ, τόσο οι πρώτες ύλες όσο και τα τεχνικά μέσα αποδεικνύονταν ανεπαρκή στο να αντιμετωπίσουν την αύξηση της ζήτησης και την ανάγκη έκδοσης μεγαλύτερου αριθμού αντιτύπων, ενώ γινόταν περισσότερο αισθητή η ανάγκη μιας λύσης που θα κάλυπτε πολλά προβλήματα. Το βιβλίο ήταν ακόμα έως έναν μεγάλο βαθμό βιοτεχνικό προϊόν, αλλά παντού γίνονταν προσπάθειες για να βιομηχανοποιηθεί η παραγωγή του. Τυπογράφοι και ε. δεν ταυτίζονταν πια· οι δύο δραστηριότητες διαφοροποιούνταν όλο και περισσότερο και διακρίνονταν ακόμα και από τη δραστηριότητα του βιβλιοπώλη. Κατά τον 18o αι. η διαφοροποίηση αυτή φάνηκε καθαρά· ο ε. αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη υπεροχή απέναντι στον τυπογράφο, του οποίου το έργο κατέληξε να γίνει ανώνυμο και άγνωστο. Τελευταίοι μεγάλοι αντιπρόσωποι της παλιάς παράδοσης υπήρξαν ο Μποντόνι στην Ιταλία και ο Ντιντό στη Γαλλία. Η Γαλλική επανάσταση αντιλήφθηκε τη σπουδαιότητα της εκδοτικής τέχνης και την προστάτευσε, διαφοροποιώντας την καθαρά από την εμπορική δραστηριότητα.
Κατά τον 19o αι. οι πολλαπλές αναστατώσεις, η βιομηχανοποίηση, η διάδοση των γνώσεων και η εξειδίκευση είχαν παντού ως αποτέλεσμα την πλατιά διάδοση κάθε είδους εντύπου, από το βιβλίο έως το φυλλάδιο και την εφημερίδα. Οι μηχανές αντικατέστησαν το έργο του βιοτέχνη ε., ενώ χάρη σε αυτές, αλλά και στην αύξηση του ρυθμού παραγωγής που επακολούθησε, η εκδοτική επιχείρηση προόδευσε σημαντικά, αλλάζοντας ακόμα και τη φυσιογνωμία της.
Στη Γαλλία αυτή η νέου τύπου εκδοτική δραστηριότητα υπήρξε περισσότερο έντονη παρά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα· αρκεί να αναφερθούν τα διεθνώς γνωστά ονόματα των Αντουάν-Ογκιστέν Ρενουάρ, Ότο Χένρι Λόρεντς, Ζοζέφ-Μαρί Κεράρ και των μεταγενέστερων Ασέτ, Πλον, Καλμάν-Λεβί, Σαρπαντιέ, πολύ γνωστών και σήμερα. Οι Λαρούς και Κολέν ασχολήθηκαν με έργα παιδαγωγικά και εκλαϊκευτικά. Στη Γερμανία, μετά την περίοδο 1815-30, οργανώθηκαν επιχειρήσεις μεγάλης έκτασης, οι οποίες ασχολήθηκαν με έργα φιλολογικού, ιστορικού και επιστημονικού ενδιαφέροντος που τα είχαν ετοιμάσει οργανισμοί και ακαδημίες. Εμφανίστηκαν έτσι οι μεγάλες σειρές που οφείλονται στη συνεργασία πολλών λογίων, όπως είναι τα Ιστορικά μνημεία της Γερμανίας, τα διάφορα Corpus, Regesta, Itinera και οι μεγάλες σειρές Τόιμπνερ.
Στην Ιταλία, στα πλαίσια της έντονης δραστηριότητας πρωτοβουλιών και έργων (η οποία συμπίπτει με τις πολιτικές αλλαγές που ακολούθησαν τη Γαλλική επανάσταση) και με τον αναβρασμό που επικρατούσε στα χρόνια του ριζορτζιμέντο (ιταλικό εθνικιστικό κίνημα με σκοπό την εθνική ενότητα), σημειώθηκε μια αξιόλογη αναγέννηση των γραφικών τεχνών. Ξεχωριστή μορφή ε.-βιβλιοπώλη υπήρξε στην Ιταλία ο Ουλρίκο Χέπλι, ο οποίος ίδρυσε στο Μιλάνο το 1871 έναν από τους διασημότερους εκδοτικούς οίκους. Στη Ρώμη η πρωτοβουλία του Σομαρούγκα να εκδώσει τα Βυζαντινά Χρονικά στάθηκε ικανή να ανανεώσει το πνεύμα διαλεκτικής και πολεμικής και να συγκεντρώσει γύρω από τον οίκο του τους μεγαλύτερους Ιταλούς συγγραφείς και δημοσιογράφους.
Με τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο η εκδοτική βιομηχανία πέρασε βαθιά κρίση που την ακολούθησε σε μερικές περιπτώσεις μια ζωηρή επανάληψη της εκδοτικής δραστηριότητας. Δημιουργήθηκαν τα συνδικάτα και οι επαγγελματικές οργανώσειςκατά το πρότυπο της Γαλλίας, όπου από το 1847 στους κόλπους του Cercle de la librairie (Κύκλου της βιβλιοθήκης) είχαν συσταθεί οι πρώτες ενώσεις και τα πρώτα συνδικάτα των βιβλιοπωλών.
Με τη σύγχρονη έννοια ο ε. είναι ο μεσάζοντας μεταξύ του συγγραφέα και του κοινού, από την άποψη ότι έχει στην κατοχή του τα απαραίτητα μέσα για την εκτύπωση του βιβλίου και τις δυνατότητες για την όσο το δυνατόν πλατύτερη διάδοσή του. Σήμερα η εκδοτική δραστηριότητα είναι αρκετά πολυσύνθετη, από την άποψη ότι συνδέεται από το ένα μέρος με τη βιομηχανία της τυπογραφίας και από το άλλο με το εμπόριο του βιβλίου, ακολουθώντας διάφορες κατευθύνσεις (εκδοτική εξειδίκευση), ενώ εξυπηρετείται και από μια πλατιά και αποτελεσματική δραστηριότητα –διαφημιστική και δημοσίων σχέσεων–, που δεν θα ήταν δυνατή ούτε στον συγγραφέα ούτε στον βιβλιοπώλη, χωρίς να λογαριάσουμε το γεγονός ότι μόνο ο ε. μπορεί να διαθέσει τα απαραίτητα κεφάλαια που επιτρέπουν την έκδοση σε χιλιάδες αντίτυπα έργων σε πλήρεις και πολύτιμες σειρές (μεγάλα λεξικά, εγκυκλοπαίδειες κλπ.) και την έκδοση εξαιρετικά πολυδάπανων επιστημονικών έργων. Τεράστια είναι σήμερα η εξέλιξη των εκλαϊκευτικών εκδόσεων που πραγματοποιούνται σε κομψό σχήμα χάρη στα τελειότερα τεχνικά μέσα της βιβλιοδεσίας και της τυπογραφίας.
Κατά τη διάρκεια του 16ου αι. οι τοπογράφοι-εκδότες δημιούργησαν τις πρώτες επιτυχημένες οργανώσεις της βιομηχανίας και του εμπορίου του βιβλίου. Στη φωτογραφία, ένα τυπογραφείο, όπως απεικονίζεται σε μικρογραφία της εποχής· ο τυπογράφος εικονίζεται να κινεί το πιεστήριο, ενώ οι επιστήμονες ελέγχουν τα τυπογραφικά δοκίμια (Μουσείο Τεχνών και Επαγγελμάτων, Παρίσι).
Σήματα ιστορικών τυπογραφείων: 1) η άγκυρα του Μανούτιου· 2) ο φοίνικας του Τζιολίτο ντέι Φεράρι· 3) το δένδρο των Ετιέν· 4) το κρίνο των Γιούντα.
* * *ο (θηλ. εκδότις και εκδότρια, η) (AM ἐκδότης)νεοελλ.1. αυτός που αναλαμβάνει τη δαπάνη τής εκτυπώσεως και κυκλοφορίας συγγράμματος ή εντύπου («εκδότης βιβλίου»)2. φρ. α. «υπεύθυνος εκδότης» (για εφημερίδα) αυτός που έχει τη νομική ευθύνη για τα δημοσιευόμεναβ. «εκδότης συναλλαγματικής» — αυτός που συντάσσει και υπογράφει σύμφωνα με τις διατάξεις τού εμπορικού κώδικα ειδικό έγγραφο με το οποίο δίνει εντολή σε τρίτο πρόσωπο να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό στον αποδέκτηγ. «εκδότης εντάλματος, διαβατηρίου κ.λπ.» — ο αρμόδιος υπάλληλος ή η αρμόδια αρχή για την έκδοσή τους4. «εκδότης εισιτηρίων» — αυτός που δίνει με καταβολή τού αντίτιμου τα δελτία εισόδου σε χώρο θεαμάτων, σε συγκοινωνιακά μέσα κ.λπ.μσν.ανάδοχος, εργολάβοςαρχ.1. αυτός που παραγγέλνει κάτι με αντιμισθία2. εκείνος που δίνει σε γάμο την κόρη του3. προδότης.
Dictionary of Greek. 2013.